κωμῳδούμενα

κωμῳδούμενα
κωμῳδέω
treat after the manner of
pres part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ГЕРОДИК —    • Herodĭcus,          Ήρόδικος,        1. родом из Селимбрии, ученый врач, писавший первый о гигиенических правилах, которые должно соблюдать при гимнастике. Его называют учителем Гиппократа;        2. родом из Вавилонии, грамматик, из числа… …   Реальный словарь классических древностей

  • Ηρόδικος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Η. ο Σηλυβριανός (5ος αι. π.Χ.). Γιατρός, παιδοτρίβης και διαιτολόγος. Καταγόταν από τη Σηλυβρία της Θράκης, παλιά μεγαρική αποικία. Σύγχρονος του Ιπποκράτη, άσκησε το ιατρικό του επάγγελμα στα Μέγαρα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”